Vermehrung στα ελληνικά
Μετάφραση: vermehrung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανύψωση, ανάδειξη, ύψωση, πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού
Μεταφράσεις
- auftakt στα ελληνικά - αρχίζω, ξεκινώ, ξεκίνημα, αρχή, προανάκρουσμα, προοίμιο, πρελούδιο, ...
- bescheinigt στα ελληνικά - πιστοποιημένο, πιστοποιημένα, πιστοποιημένη, πιστοποιείται, πιστοποιηθεί
- bonbon στα ελληνικά - καραμέλα, candy, καραμελών, καραμέλας, καραμέλες
Τυχαίες λέξεις
Vermehrung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανύψωση, ανάδειξη, ύψωση, πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού
Μεταφράσεις: ανύψωση, ανάδειξη, ύψωση, πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού