Vervollständigung στα ελληνικά
Μετάφραση: vervollständigung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελείωμα, ολοκλήρωση, συμπλήρωμα, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση
Μεταφράσεις
- auflehnende στα ελληνικά - αποκρουστικός, απεχθής, αποκρουστικό, επαναστατούν, αντιπαθητική
- ausfragen στα ελληνικά - ερώτηση, ζήτημα, λόγω, ερώτημα, εν λόγω
- demontieren στα ελληνικά - κατεδαφίζω, κατεδαφίσει, εξάρθρωση, διαλύσει, αποσυναρμολόγηση, αποσυναρμολογήσει
- dreschte στα ελληνικά - αλώνισμα, το αλώνισμα, αλωνίσματος, αλωνιστική, το ράβδισμα
Τυχαίες λέξεις
Vervollständigung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελείωμα, ολοκλήρωση, συμπλήρωμα, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση
Μεταφράσεις: τελείωμα, ολοκλήρωση, συμπλήρωμα, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση