Während στα ελληνικά
Μετάφραση: während, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενώ, ενώ η, κατά, ενώ οι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baustein-auswahl στα ελληνικά - μπλοκ, block, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες
- demut στα ελληνικά - ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα
- diskrepanz στα ελληνικά - ασυμφωνία, διαφορά, απόκλιση, ασυμφωνίας, διαφοράς
- diskretion στα ελληνικά - σωφροσύνη, εχεμύθεια, φινέτσα, περίσκεψη, λιχουδιά, διάκριση, λεπτότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Während στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενώ, ενώ η, κατά, ενώ οι
Μεταφράσεις: ενώ, ενώ η, κατά, ενώ οι