Λέξη: τουρτουρίζω

Μεταφράσεις: τουρτουρίζω

τουρτουρίζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
shiver, shivering

τουρτουρίζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
temblar, escalofrío, tiritar, escalofríos, temblor, tiritando, temblores

τουρτουρίζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlottere, splitter, schlottern, erregung, zittern, Zittern, Schüttelfrost, Frösteln, zitternd, zitternden

τουρτουρίζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frisson, grelotter, frissonner, trembler, secouer, frissonnement, vibrer, frémissement, tremblement, tressaillement, frissons, tremblements, des frissons, frissonnant

τουρτουρίζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tremare, tremito, rabbrividire, brivido, scheggia, tremante, brividi, di brivido

τουρτουρίζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arrepio, tiritar, tremer, camisa, tremores, tremor, calafrios, arrepios

τουρτουρίζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
trillen, huiveren, bibberen, beven, rillen, rillingen, rillende, shivering

τουρτουρίζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вздрагивать, обломок, ежиться, осколок, дрожь, дрогнуть, дрожать, трепетать, ёжиться, трястись, озноб, дрожащий, дрожи, дрожа

τουρτουρίζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
splint, skjelve, skjelving, skjelvende, skjelv, skjelvinger, skjelver

τουρτουρίζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
darra, skälva, splittra, rysa, rysning, frossa, skakningar, hutt, huttrande, shivering

τουρτουρίζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hytinä, säpäle, vilunväre, hytistä, värjöttää, vapista, värjötellä, värisevä, vilunväristykset, vapinaa, vilunväristyksiä, ja vilunväristykset

τουρτουρίζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ryste, skælven, kuldegysninger, kulderystelser, rysten, rystende

τουρτουρίζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chvění, třes, mrazení, třesení, třást, tříska, střep, svalový třes, zimnice

τουρτουρίζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kawałek, drżeć, dreszcz, trząść, ułamek, drgnienie, drżenie, dreszcze, dygocze, dreszczy, shivering

τουρτουρίζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
reszketés, didergés, reszketés jelentkezhet, hidegrázást, hidegrázásról

τουρτουρίζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
titremek, titreme, titreyen, titreyerek

τουρτουρίζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трястися, тріпотіти, шофер, дрож, тремтіння

τουρτουρίζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
të ngjethura, ngjethura, fërgëllimë, ngjethës, fergellimin

τουρτουρίζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
треперене, треперенето, втрисане, трепереше, трепери

τουρτουρίζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дрыжыкі, дрыготка, дрыготку, дрыжанне, трымценне

τουρτουρίζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
värisema, lõdisema, vabisemine, lõdin, värelev, värinatega, lõdisemise

τουρτουρίζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
treperiti, cvokotanje, odlomak, krhotina, drhtavica, drhtanje, tresavica, tresavice

τουρτουρίζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hrollur

τουρτουρίζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
drebantis, drebulys

τουρτουρίζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
trīsas, drebuļi, drebuļiem, drebuļus, trīce

τουρτουρίζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Се тресе, тресејќи, треска, трепери, треперат

τουρτουρίζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tremur, frisoane, tremurături, frisoanele, frisoanelor

τουρτουρίζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
drgetanje, drhtenje, tresenje, drgetanjem, z drgetanjem

τουρτουρίζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chvenie, chvenia, vibrácie, otrasy, chveniu
Τυχαίες λέξεις