Wollen στα ελληνικά
Μετάφραση: wollen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καημός, ανάγκη, έλλειψη, θέλω, επιθυμία, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgeschossen στα ελληνικά - καταρρίφθηκε, κατέρριψε, καταρρίφθηκαν, κατέρριψαν, καταρρίπτονται
- ahne στα ελληνικά - πρόγονος, προηγούμενος, ρίζα, πρόγονο, προγόνου, πρόγονός, προγόνων
- ausgeklügelt στα ελληνικά - δαιμόνιος, ευφυής, έξυπνη, έξυπνο, ευφυές
- cheeseburger στα ελληνικά - τσίσμπεργκερ, τσίζμπεργκερ
Τυχαίες λέξεις
Wollen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καημός, ανάγκη, έλλειψη, θέλω, επιθυμία, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε
Μεταφράσεις: καημός, ανάγκη, έλλειψη, θέλω, επιθυμία, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε