Zustimmen στα ελληνικά

Μετάφραση: zustimmen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατώ, αμπάρι, αρμονία, ομόνοια, συμφωνία, αποδέχομαι, συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε
Zustimmen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktenordner στα ελληνικά - πίφερο, υποβάλλω, λιμάρω
  • argumentierender στα ελληνικά - υποστηρίζουν, ισχυρίζονται, υποστηρίξει, υποστηρίζει, υποστηρίξουν
  • autostraßen στα ελληνικά - δρόμοι, δρόμων, δρόμους, οδών, οδούς
Τυχαίες λέξεις
Zustimmen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατώ, αμπάρι, αρμονία, ομόνοια, συμφωνία, αποδέχομαι, συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε