Λέξη: ξεπροβάλλω

Σχετικές λέξεις: ξεπροβάλλω

ξεπροβάλλω ρημα, ξεπροβάλλω παρατατικόσ, προβάλλω κλίση, ξεπροβάλλω χρονοι, προσβάλλω αόριστος, ξεπροβάλλω συνώνυμα

Συνώνυμα: ξεπροβάλλω

ξεχύνω, προχωρώ στα ανοικτά

Μεταφράσεις: ξεπροβάλλω

ξεπροβάλλω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
loom, debouch, stick up

ξεπροβάλλω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
debouch, desembocan, desembocar, desemboque, desemboquen

ξεπροβάλλω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sichtbarwerden, auftauchen, münden, einmünden, debouchiren

ξεπροβάλλω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
surgir, déboucher, débouchent, déboucherait, en déboucher, de déboucher

ξεπροβάλλω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sboccare, debouch, sfociano, sfociare

ξεπροβάλλω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tear, assomar, olhar, desaguar, desembocar, desembocam, desembocarem

ξεπροβάλλω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
weefgetouw, uitmonden, monden, monden uit, uitmondt, uitkomen

ξεπροβάλλω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
замаячить, станок, ткачество, отблеск, маячить, очертания, обрисовываться, мираж, рисоваться, верстак, дебушировать, впадают

ξεπροβάλλω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
munner ut, munner

ξεπροβάλλω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mynnar, mynna, mynnar ut, utmynnar

ξεπροβάλλω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kajastaa, kajastella, debouch

ξεπροβάλλω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
udmunder, udmunde, munde

ξεπροβάλλω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyvstávat, vynořit se

ξεπροβάλλω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krosno, wyłaniać, nadchodzić, majaczyć, widnieć, majaczeć, wpadać do morza, wpadają

ξεπροβάλλω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beömlik, fejőterébe torkollnak, torkollnak

ξεπροβάλλω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ortaya çıkmak, havzasına boşalır, açıklığa çıkmak, dar bir yerden açıklığa çıkmak

ξεπροβάλλω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дебушіровать

ξεπροβάλλω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dal nga gryka, derdhet

ξεπροβάλλω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дебуширам, вливам се, втичам се

ξεπροβάλλω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дебушировать

ξεπροβάλλω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suubuvad, väljuvad kattevahendite

ξεπροβάλλω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
razboj, izići, izbiti na brisan prostor

ξεπροβάλλω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
debouch

ξεπροβάλλω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Ietecēt, Wpadać prie jūros

ξεπροβάλλω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ietecēt

ξεπροβάλλω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разбојот, debouch

ξεπροβάλλω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ieși la lumină, varsare, ieși în loc deschis

ξεπροβάλλω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stav, debouch

ξεπροβάλλω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stav, vynoriť, vyjsť na povrch, vynorí, nájsť živý
Τυχαίες λέξεις