Zwielicht στα ελληνικά

Μετάφραση: zwielicht, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέφτω, σουρούπωμα, πτώση, εκπίπτω, λυκόφως, λυκόφωτος, του λυκόφωτος, λυκόφατος, το λυκόφως
Zwielicht στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • achte στα ελληνικά - όγδοος, όγδοο, όγδοη, όγδοου, όγδοης
  • anfällig στα ελληνικά - πρηνής, επιδεικτικός, εύθικτος, ευπαθής, επιδεκτικός, ευαίσθητος, ευπαθών, ...
  • atomsprengkopf στα ελληνικά - πυρηνική κεφαλή, πυρηνικών κεφαλών, πυρηνικής κεφαλής, πυρηνικές κεφαλές, με πυρηνικές κεφαλές
  • ausgestrahlt στα ελληνικά - εκπομπής, εκπομπή, μετάδοση, μετάδοσης, μεταδίδεται
Τυχαίες λέξεις
Zwielicht στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέφτω, σουρούπωμα, πτώση, εκπίπτω, λυκόφως, λυκόφωτος, του λυκόφωτος, λυκόφατος, το λυκόφως