Åbenbare στα ελληνικά

Μετάφραση: åbenbare, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δημοσιεύω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει
Åbenbare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • zone στα ελληνικά - ζώνη, ζώνης, περιοχή, ζώνη της, ζώνη του
  • zoologi στα ελληνικά - ζωολογία, Ζωολογίας, τη ζωολογία, η ζωολογία, της ζωολογίας
  • åbne στα ελληνικά - ανοιχτός, εγκαινιάζω, ανοίγω, ανοικτός, ανοιχτό, ανοικτή, ανοικτό
  • åbning στα ελληνικά - άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της
Τυχαίες λέξεις
Åbenbare στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δημοσιεύω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει