Bræt στα ελληνικά

Μετάφραση: bræt, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σανίδα, επιβιβάζομαι, ράφι, πίνακες, συμβούλια, σανίδες, πλακέτες, σανίδων
Bræt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brænde στα ελληνικά - καίω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
  • brændenælde στα ελληνικά - τσουκνίδα, τσουκνίδας, κνιδωτικό, nettle, ταύρο από τα κέρατα
  • brød στα ελληνικά - ψωμί, φρατζόλα, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού
  • brønd στα ελληνικά - πηγάδι, καλά, αναβλύζω, βρύση, πηγή, λοιπόν, και, ...
Τυχαίες λέξεις
Bræt στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σανίδα, επιβιβάζομαι, ράφι, πίνακες, συμβούλια, σανίδες, πλακέτες, σανίδων