Godt στα ελληνικά

Μετάφραση: godt, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πηγάδι, αναβλύζω, καλός, αγαθός, λοιπόν, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και
Godt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • godkendelse στα ελληνικά - έγκριση, παραδοχή, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή
  • gods στα ελληνικά - κτήμα, ακίνητο, σπίτι, περιουσία, εμπορεύματα, ΠΡΟΪΟΝΤΑ, Τα εμπορεύματα, ...
  • godtage στα ελληνικά - παραδέχομαι, δέχομαι, αποδέχομαι, δεχθεί, αποδεχθεί, δεχτεί
  • golf στα ελληνικά - κόλπος, άβυσσος, χάσμα, γκολφ, Γήπεδο, Golf, του γκολφ, ...
Τυχαίες λέξεις
Godt στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πηγάδι, αναβλύζω, καλός, αγαθός, λοιπόν, καλά, και, επίσης, καθώς, επίσης και