Guddommelighed στα ελληνικά
Μετάφραση: guddommelighed, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεός, θειότητα, θεότητα, θεότητας, θεότητά, τη θεότητά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- grønsager στα ελληνικά - λαχανικό, λαχανικά, λαχανικών, τα λαχανικά, οπωροκηπευτικών
- guddom στα ελληνικά - θεός, θεότητα, θεότητας, θεά, θεότητα που, θεού
- guillotine στα ελληνικά - καρμανιόλα, λαιμητόμος, γκιλοτίνα, γκιλοτίνας, λαιμητόμου
- guitar στα ελληνικά - κιθάρα, Guitar, Κιθάρας, κιθάρων, την κιθάρα
Τυχαίες λέξεις
Guddommelighed στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεός, θειότητα, θεότητα, θεότητας, θεότητά, τη θεότητά
Μεταφράσεις: θεός, θειότητα, θεότητα, θεότητας, θεότητά, τη θεότητά