Lak στα ελληνικά

Μετάφραση: lak, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βερνικώνω, βερνίκι, λάκα, βερνικιού, λάκας, λάκκα
Lak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lagen στα ελληνικά - στρώμα, κομμάτι, σεντόνι, φύλλο, φύλλου, δελτίο, φύλλων, ...
  • lager στα ελληνικά - βάζω, αποθηκεύω, απόθεμα, αποθήκη, παρακρατώ, αποθήκευση, μαγαζί, ...
  • laks στα ελληνικά - σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού
  • laktose στα ελληνικά - λακτόζη, λακτόζης, η λακτόζη, γαλακτόζη, της λακτόζης
Τυχαίες λέξεις
Lak στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βερνικώνω, βερνίκι, λάκα, βερνικιού, λάκας, λάκκα