Rumme στα ελληνικά
Μετάφραση: rumme, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, περιέχω, ενσωματώνω, ευρύχωρος, ευρύχωρα, ευρύχωρο, ευρύχωρη, άνετα
Μεταφράσεις
- rulle στα ελληνικά - μπικουτί, κυλώ, κατσαρώνω, κύλινδρος, μπούκλα, ψωμάκι, ρολό, ...
- rum στα ελληνικά - χώρος, δωμάτιο, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε
- rummet στα ελληνικά - χώρος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε
- rumpe στα ελληνικά - κουτουλώ, πισινό, μόρτης
Τυχαίες λέξεις
Rumme στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, περιέχω, ενσωματώνω, ευρύχωρος, ευρύχωρα, ευρύχωρο, ευρύχωρη, άνετα
Μεταφράσεις: περιλαμβάνω, αναχαιτίζω, περιέχω, ενσωματώνω, ευρύχωρος, ευρύχωρα, ευρύχωρο, ευρύχωρη, άνετα