Περιλαμβάνω στα δανικά
Μετάφραση: περιλαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rumme, indeholde, omfatter, omfatte, består, består af, indeholder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιλαμβάνω
περιλαμβάνω ουσιαστικό, περιλαμβάνω ή συμπεριλαμβάνω, περιλαμβάνω μετάφραση, περιλαμβάνω παρατατικός, περιλαμβάνω κλίση, περιλαμβάνω λεξικό γλώσσας δανικά, περιλαμβάνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- περικυκλώνω στα δανικά - omgive, kompas, kompasset, compass
- περικόπτω στα δανικά - skære ned, skære ned på
- περιμένω στα δανικά - vente, afvente, Vent, vente med, venter
- περιοδεία στα δανικά - rund, om, cyklus, tour, tur, hjælp med udflugter, udflugter, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιλαμβάνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rumme, indeholde, omfatter, omfatte, består, består af, indeholder
Μεταφράσεις: rumme, indeholde, omfatter, omfatte, består, består af, indeholder