Skille στα ελληνικά
Μετάφραση: skille, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζω, ξεχωριστός, χωριστός, ιδιαίτερος, απορρίψετε, πετάξτε, απορρίψτε, απορρίψει, απόρριψη
Μεταφράσεις
- skifte στα ελληνικά - μετατροπή, αλλάζω, παραλλάζω, παραλλαγή, διακόπτης, διακόπτη, διακ πτη, ...
- skik στα ελληνικά - χρήση, έθιμο, Συμπεριφορά, Συμπεριφοράς, Η συμπεριφορά, Ιδιότητες, τη συμπεριφορά
- skilsmisse στα ελληνικά - διαζύγιο, διαζυγίου, το διαζύγιο, του διαζυγίου, διαζυγίων
- skilt στα ελληνικά - ταμπέλα, υπογράφω, πίνακας, σήμα, διαζευγμένος, διαζευγμένη, διαζευγμένοι, ...
Τυχαίες λέξεις
Skille στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζω, ξεχωριστός, χωριστός, ιδιαίτερος, απορρίψετε, πετάξτε, απορρίψτε, απορρίψει, απόρριψη
Μεταφράσεις: χωρίζω, ξεχωριστός, χωριστός, ιδιαίτερος, απορρίψετε, πετάξτε, απορρίψτε, απορρίψει, απόρριψη