Stil στα ελληνικά

Μετάφραση: stil, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοκίμια, στύλος, ύφος, δοκίμιο, έκθεση, στυλ, στιλ, το στυλ, τύπου
Stil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stikke στα ελληνικά - μαχαιρώνω, τσιμπώ, κεντρί, κεντρίζω, τσίμπημα, τσιμπήματος, τσούξιμο, ...
  • stikkelsbær στα ελληνικά - φραγκοστάφυλλο, φραγκοστάφυλο, φραγκοστάφυλου, ριβήσιο, gooseberry
  • stilhed στα ελληνικά - ησυχασμός, σιωπή, ήσυχος, σωπαίνω, σιγή, σιωπής, τη σιωπή, ...
  • stilk στα ελληνικά - παγανίζω, στέλεχος, μίσχος, στείρα, κυνηγώ, κοτσάνι, μίσχο, ...
Τυχαίες λέξεις
Stil στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοκίμια, στύλος, ύφος, δοκίμιο, έκθεση, στυλ, στιλ, το στυλ, τύπου