Στύλος στα δανικά
Μετάφραση: στύλος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stil, måde, facon, indlæg, efter, stilling, stolpe, stolpen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στύλος
στύλος βικιλεξικο, στύλος αποκορώνου, στύλος pole dancing, στύλος για pole dancing τιμες, στύλος για pole dancing τιμη, στύλος λεξικό γλώσσας δανικά, στύλος στα δανικά
Μεταφράσεις
- στόχος στα δανικά - mål, hensigt, target, målet, målsætning
- στύβω στα δανικά - knuse, trykke, presse, Squeeze, Klem, prispres, tvangsindløsning, ...
- συγγενής στα δανικά - slægtning, relative, relativ, forhold, i forhold, relativt
- συγγενικός στα δανικά - relationelle, relationel, relationsdatabase, relationelt, relationsdatabasen
Τυχαίες λέξεις
Στύλος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stil, måde, facon, indlæg, efter, stilling, stolpe, stolpen
Μεταφράσεις: stil, måde, facon, indlæg, efter, stilling, stolpe, stolpen