Δοκίμια στα δανικά

Μετάφραση: δοκίμια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
essay, prøve, stil, essays, stile, afhandlinger
Δοκίμια στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοκίμια

δοκίμια γ λυκείου, δοκίμια πολιτικής, δοκίμια για τη φιλία, δοκίμια για την χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων, δοκίμια σκυροδέματος, δοκίμια λεξικό γλώσσας δανικά, δοκίμια στα δανικά

Μεταφράσεις

  • δοιάκι στα δανικά - ror, rorpind, styrestangen, rorpinden, styrestang, fræseren
  • δοκάρι στα δανικά - embede, poste, post, ud, ud af, Udtjekning, out, ...
  • δοκίμιο στα δανικά - essay, stil, prøve, bevis, dokumentation, bevis for, beviser, ...
  • δοκιμάζω στα δανικά - mønster, prøve, forsøge, teste, forsøg, anstrengelse, indsats, ...
Τυχαίες λέξεις
Δοκίμια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: essay, prøve, stil, essays, stile, afhandlinger