Tal στα ελληνικά

Μετάφραση: tal, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανέρχομαι, ποσό, αριθμός, ποσόν, αριθμοί, αριθμούς, αριθμών, τους αριθμούς, οι αριθμοί
Tal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • taksonomi στα ελληνικά - ταξινόμηση, ταξινομία, ταξινομίας, ταξινόμησης, ταξονομία
  • takst στα ελληνικά - φαγητό, δασμολόγιο, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές
  • tale στα ελληνικά - μιλώ, κρένω, ομιλία, γλώσσα, κουβέντα, συζήτηση, ομιλίας, ...
  • taler στα ελληνικά - ομιλητής, μιλάει, μιλά, ομιλεί, μιλάει αυτές τις γλώσσες, κάνει λόγο
Τυχαίες λέξεις
Tal στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανέρχομαι, ποσό, αριθμός, ποσόν, αριθμοί, αριθμούς, αριθμών, τους αριθμούς, οι αριθμοί