Ποσό στα δανικά
Μετάφραση: ποσό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
beløb, tal, antal, sum, mængde, mængden, beløbet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποσό
ποσό σύνταξης δημοσίου, ποσό επιδόματος ανεργίας 2014, ποσό δαπανών από την κάρτα αποδείξεων, ποσό μειωμένης σύνταξης ικα, ποσό κοινωνικού μερίσματος, ποσό λεξικό γλώσσας δανικά, ποσό στα δανικά
Μεταφράσεις
- πορτρέτο στα δανικά - portræt, billede, Portrait, stående, portrættet, Generalieblad
- ποσοστό στα δανικά - procentdel, procentsats, procent, i procent, procentvise
- ποσόν στα δανικά - tal, antal, beløb, sum, mængde, mængden, beløbet
- ποσότητα στα δανικά - omfang, størrelse, bog, bind, mængde, mængden, maengde, ...
Τυχαίες λέξεις
Ποσό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: beløb, tal, antal, sum, mængde, mængden, beløbet
Μεταφράσεις: beløb, tal, antal, sum, mængde, mængden, beløbet