Ευπρόσιτος στα αγγλικά

Μετάφραση: ευπρόσιτος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accessible, easily accessible, readily accessible, accessibility in
Ευπρόσιτος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευπρόσιτος

ευπρόσιτος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευπρόσιτος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ευπρεπής στα αγγλικά - proper, decorous, decent, seemly, respectable, north shore
  • ευπροσήγορος στα αγγλικά - civil, approachable, courteous, facile, affable
  • ευρέως στα αγγλικά - widely, commonly, broadly, well, wide
  • ευρετήριο στα αγγλικά - index, directory, inventory, Board index, indexed
Τυχαίες λέξεις
Ευπρόσιτος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: accessible, easily accessible, readily accessible, accessibility in