Λέξη: φέσι

Σχετικές λέξεις: φέσι

φέσι κατασκευή, φέσι slang, ελληνικό φέσι, το φέσι, βάζω φέσι, φέσι λεξικό, τούρκικο φέσι, κρητικό φέσι

Μεταφράσεις: φέσι

φέσι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
flop, drunk, fez, a fez, fesi, tarboosh

φέσι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
borracho, fracaso, bebedor, fez, fes, de Fez, a Fez, de Fes

φέσι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
breit, reinfall, betrunken, säufer, trinken, getrunken, versager, blau, berauscht, pleite, fez, Fes, Fès, Fés, bekommen Fès

φέσι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
déconvenue, buveur, poivrot, bus, échec, soûl, chute, avatar, pochard, tape, fiasco, déveine, bue, bues, s'affaler, ivrogne, fez, Fès, fes, chéchia, de Fès

φέσι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
beone, fez, Fes, di Fes, il fez, di Fez

φέσι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bêbedo, bêbado, ébrio, cilindro, embriagado, fez, de fez, barrete, a Fez, barrete árabe

φέσι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beschonken, zat, fiasco, flop, dronken, dol, afgang, fez, van Fez, vinden Fez, Fès, te vinden Fez

φέσι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
плюхнуть, плюхаться, бултыхаться, алкоголик, провал, подвыпивший, удар, плюхать, пьяный, обвисать, полупьяный, нетрезвый, феска, СЭЗ, фески, фес

φέσι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
drukkenbolt, fez, fessen, Fes

φέσι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fez, Fez Dess

φέσι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
juoppo, lysähtää, humalassa, juopottelija, lässähtää, retkahtaa, juopunut, humalainen, päihtynyt, fetsi, Fesin, fetsiä, Fez

φέσι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fez, af Fez

φέσι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
neúspěch, fiasko, užrala, opilec, pijan, egyptská čepice, Fez, fezů, Fes

φέσι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pita, pijatyka, trzepotać, plajta, bankrutować, upadek, pacnięcie, chlupać, klapa, niedołęga, fiasko, pijus, trzepotanie, niepowodzenie, pijak, fez, Fez w, Fez wynosi

φέσι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pottyanás, fez, a fez

φέσι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fes, fez, fes giyilmesi

φέσι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
удар, п'яний, феска

φέσι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dehur, qeleshe, Fez, feste, qeleshe e, Fesit

φέσι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фес, Fez, феса, Фез

φέσι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
феска

φέσι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
joodik, ujukomatehe, joobunud, fess, Fezis, Fetsi, fez, Fezi

φέσι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pili, ćuška, pijan, pijanica, fes, Fez

φέσι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
drukkinn, fullur, Fez

φέσι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
fesas, Feska, LEZ, Fez, IEZ

φέσι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dzērājs, feska, Fez

φέσι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фес, Фез

φέσι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
but, beat, fes, Fez, fesul, fesuri

φέσι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Fez, -f

φέσι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
opitý, egyptská, Egypt, egyptské, egytptská, egyptskej
Τυχαίες λέξεις