Ανθίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανθίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
цвят, цъфтя, цъфти, цъфне, цъфтежа, цъфтеж
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανθίζω
ανθίζω στα αγγλικά, ανθίζω λίγο ακόμα, ανθίζω συνώνυμο, ανθίζω συνώνυμα, ανθίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανθίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανηφορικός στα βουλγαρικά - нагоре, трудна, изкачване, горното ниво, на горното ниво
- ανθήρας στα βουλγαρικά - прашник, прашника, прашинковата торбичка, прашинковите торбички, на прашинковите торбички
- ανθεκτικός στα βουλγαρικά - устойчив, устойчиви, устойчива, резистентни, устойчиви на
- ανθολογία στα βουλγαρικά - антология, антологията, бъдеща антология, сборник
Τυχαίες λέξεις
Ανθίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: цвят, цъфтя, цъфти, цъфне, цъфтежа, цъфтеж
Μεταφράσεις: цвят, цъфтя, цъфти, цъфне, цъфтежа, цъфтеж