Ανθίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ανθίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
flor, flores, abrir, farinha, floresça, florescer, flor de, blossom, da flor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανθίζω
ανθίζω στα αγγλικά, ανθίζω λίγο ακόμα, ανθίζω συνώνυμο, ανθίζω συνώνυμα, ανθίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανθίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ανηφορικός στα πορτογαλικά - ladeira acima, morro acima, subida, uphill, a colina
- ανθήρας στα πορτογαλικά - antera, anteras, anther, de anteras, das anteras
- ανθεκτικός στα πορτογαλικά - resistente, forte, sólido, rijo, seguro, abismar, resistentes, ...
- ανθολογία στα πορτογαλικά - antologia, anthology, antologia de, coletânea, antología
Τυχαίες λέξεις
Ανθίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: flor, flores, abrir, farinha, floresça, florescer, flor de, blossom, da flor
Μεταφράσεις: flor, flores, abrir, farinha, floresça, florescer, flor de, blossom, da flor