Ευρύς στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ευρύς, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
широк, широка, широко, широки, широкия
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρύς
ευρύς κλίση, ευρύς ευρέως, ευρύς καρλοβασι, ευρύς αγγλικά, ευρύς κλίση αρχαια, ευρύς λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ευρύς στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ευρέως στα βουλγαρικά - широко, широко се, значително, нашироко
- ευρετήριο στα βουλγαρικά - индекс, показалец, индекса, индекс на, Индексът на, показател
- ευρύχωρος στα βουλγαρικά - просторния, просторен, просторна, просторни, просторно, просторното
- ευσέβεια στα βουλγαρικά - благочестие, набожност, благочестието, благочестивост
Τυχαίες λέξεις
Ευρύς στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: широк, широка, широко, широки, широкия
Μεταφράσεις: широк, широка, широко, широки, широкия