Καμπυλώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καμπυλώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
криви, кривите, криви на, кривите на, извивки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμπυλώνω
καμπυλώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καμπυλώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καμπούρα στα βουλγαρικά - гърбица, труден момент, нося на гръб, изгърбвам, подтиснато настроение
- καμπυλώνεται στα βουλγαρικά - криви, кривите, криви на, кривите на, извивки
- καμπύλη στα βουλγαρικά - крива, кривата, крива на, кривата на
- καμώματα στα βουλγαρικά - маниерчене, позьорство, превземки
Τυχαίες λέξεις
Καμπυλώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: криви, кривите, криви на, кривите на, извивки
Μεταφράσεις: криви, кривите, криви на, кривите на, извивки