Καμπυλώνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: καμπυλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kromme, curve, bocht, curves, curven, bochten, rondingen, krommen
Καμπυλώνω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καμπυλώνω

καμπυλώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καμπυλώνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καμπούρα στα ολλανδικά - bochel, bult, hump
  • καμπυλώνεται στα ολλανδικά - verbuigen, doorbuigen, ombuigen, krombuigen, bukken, krommen, buigen, ...
  • καμπύλη στα ολλανδικά - oprit, kromme, bocht, curve, oprijlaan, boog
  • καμώματα στα ολλανδικά - bedrieger, allures, sterallures, allures niet
Τυχαίες λέξεις
Καμπυλώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kromme, curve, bocht, curves, curven, bochten, rondingen, krommen