Παλμός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παλμός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
туптене, пулсиране, биене, трептя, удар на сърцето
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλμός
παλμός ράδιο, παλμός ρέθυμνο, παλμός του αστρους, παλμός ανάλυσις, παλμός της καλύμνου, παλμός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παλμός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παλιμβουλία στα βουλγαρικά - непостоянство, tergiversator
- παλλόμενος στα βουλγαρικά - пулсиращ, пулсираща, пулсиращо, пулсирането, пулсира
- παλούκι στα βουλγαρικά - шест, полюс, поле, стълб, прът, полюсен
- παλτό στα βουλγαρικά - палто, Герб на РБ, слой, козина, обвивка
Τυχαίες λέξεις
Παλμός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: туптене, пулсиране, биене, трептя, удар на сърцето
Μεταφράσεις: туптене, пулсиране, биене, трептя, удар на сърцето