Πεπτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
храносмилателен, който спомага храносмилането, храносмилателната, храносмилателни, на стомашния
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεπτικός
πεπτικός σωλήνας κότας, πεπτικός σωλήνας, πεπτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πεπτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πεποίθηση στα βουλγαρικά - вера, осъждане, убеждение, присъда, убеждението
- πεπρωμένο στα βουλγαρικά - съдба, съдбата, съдбата си, съдбата на
- περήφανος στα βουλγαρικά - горд, горди, гордеем, горда, гордея
- περί στα βουλγαρικά - почти, около, за, относно, към, по
Τυχαίες λέξεις
Πεπτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: храносмилателен, който спомага храносмилането, храносмилателната, храносмилателни, на стомашния
Μεταφράσεις: храносмилателен, който спомага храносмилането, храносмилателната, храносмилателни, на стомашния