Δυσκολία στα αγγλικά

Μετάφραση: δυσκολία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
difficulty, inconvenience, difficulty of, difficult, difficulties
Δυσκολία στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δυσκολία

rub
  • τρίψιμο
  • δυσκολία
  • εντριβή
crux
  • ουσιώδες ζήτημα
  • κύρια δυσκολία
  • δυσκολία
  • κόμπος
gaff
  • καμάκι
  • αγγίστρο
  • άγκιστρο
  • γάντζος
  • δυσκολία
knot
  • κόμπος
  • κόμβος
  • δεσμός
  • όζος
  • όμιλος
  • δυσκολία
straits
  • στενά
  • στενοχώρια
  • δυσκολία
difficulty
  • δυσκολία
straitness
  • στενότητα
  • στενότης
  • δυσκολία
arduousness
  • δυσκολία
scabrousness
  • τραχύτης
  • τραχύτητα
  • απρέπεια
  • δυσκολία
inconvenience
  • ενόχληση
  • δυσκολία
  • στενοχώρια

Σχετικές λέξεις: δυσκολία

δυσκολία στην κατάποση, δυσκολία εκσπερμάτωσης, δυσκολία συνώνυμο, δυσκολία αναπνοής, δυσκολία συνώνυμα, δυσκολία λεξικό γλώσσας αγγλικά, δυσκολία στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δυσκίνητος στα αγγλικά - sluggish, cumbersome, unwieldy
  • δυσκαμψία στα αγγλικά - stiffness, inflexibility, rigidity, stiff, stiffness of
  • δυσκολοχώνευτος στα αγγλικά - indigestible, dyskolochoneftos
  • δυσμένεια στα αγγλικά - disgrace, disfavour, disfavor, favor, of favor
Τυχαίες λέξεις
Δυσκολία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: difficulty, inconvenience, difficulty of, difficult, difficulties