Πιτσιλάω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πιτσιλάω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плясък, пръскане, плисък, изпръсквам, водни пръски
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιλάω
πιτσιλάω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πιτσιλάω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πιστότητα στα βουλγαρικά - вярност, прецизност, верността, точност, лоялност
- πιτζάμα στα βουλγαρικά - пижама, пижами, пижамата, пижамите
- πιτσιλίζω στα βουλγαρικά - плискане, пръскам, черня, плискам, оплесквам
- πιτσιρίκος στα βουλγαρικά - лайка, малчуган, помощник на уличен продавач, момченце, хлапе, нещо което захапва
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιλάω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: плясък, пръскане, плисък, изпръсквам, водни пръски
Μεταφράσεις: плясък, пръскане, плисък, изпръсквам, водни пръски