Στουρνάρι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: στουρνάρι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кремък, твърда, твърдата, флинт, кремъчен
Στουρνάρι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στουρνάρι

στουρνάρι ετυμολογία, στουρνάρι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στουρνάρι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • στοργικός στα βουλγαρικά - привързан, любящ, нежно, нежен, любяща
  • στουπί στα βουλγαρικά - теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб
  • στοχασμός στα βουλγαρικά - медитация, медитацията, на медитация, за медитация
  • στοχαστικός στα βουλγαρικά - съзерцателен, съзерцателна, съзерцателно, съзерцателния, съзерцателната
Τυχαίες λέξεις
Στουρνάρι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кремък, твърда, твърдата, флинт, кремъчен