Αλλοίωση στα γερμανικά
Μετάφραση: αλλοίωση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wunde, Verschlechterung, Beeinträchtigung, eine Verschlechterung, Verschlechterungs
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλλοίωση
αλλοίωση τραχήλου, αλλοίωση εγγράφου, αλλοίωση english, αλλοίωση συνώνυμο, αλλοίωση της ελληνικής γλώσσας, αλλοίωση λεξικό γλώσσας γερμανικά, αλλοίωση στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αλληλουχία στα γερμανικά - reihenfolge, folge, serie, aufeinanderfolge, folgerichtigkeit, ablauf, sequenz, ...
- αλλιώς στα γερμανικά - anderenfalls, andernfalls, anders, sonst, ansonsten, nicht anders
- αλλοδαπός στα γερμανικά - ausländerin, fremde, exotisch, außenseiter, fremd, fremdling, außerirdischer, ...
- αλλοιώνω στα γερμανικά - bestechen, korrupt, verdorben, pfeifenstopfer, bestechlich, verfault, alloiono
Τυχαίες λέξεις
Αλλοίωση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: wunde, Verschlechterung, Beeinträchtigung, eine Verschlechterung, Verschlechterungs
Μεταφράσεις: wunde, Verschlechterung, Beeinträchtigung, eine Verschlechterung, Verschlechterungs