Λοφίσκος στα γερμανικά

Μετάφραση: λοφίσκος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hügelchen, ätzhügel, Anhöhe, Hügel, hillock, kleinen Hügel
Λοφίσκος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοφίσκος

λοφίσκος λαγκαδά, λοφίσκος ιωαννίνων, λοφίσκος λεξικό γλώσσας γερμανικά, λοφίσκος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • λουφές στα γερμανικά - bestechung, bestechungsgeld, bestechen, Faulenzerei, loafing, Faulenzen, Nichtstun, ...
  • λοφίο στα γερμανικά - abluftfahne, feder, abwasserfahne, Kamm, Wappen vorhanden, Scheitel
  • λοφοπλαγιά στα γερμανικά - Hang, Hügel, Hanglage
  • λοφώδης στα γερμανικά - hüglig, hügelig, bergig, hügeligen, Hügel, hügelige
Τυχαίες λέξεις
Λοφίσκος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hügelchen, ätzhügel, Anhöhe, Hügel, hillock, kleinen Hügel