Πεντηκοστός στα γερμανικά
Μετάφραση: πεντηκοστός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fünfzigste, fünfzigsten, fünfzig, fünfzigstes, fünfzigster
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεντηκοστός
πεντηκοστός ψαλμός μεταφραση, πεντηκοστός ψαλμός, πεντηκοστός ψαλμός στιχοι, πεντηκοστός λεξικό γλώσσας γερμανικά, πεντηκοστός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πενιχρός στα γερμανικά - karg, schlecht, bedauernswert, mittelmäßig, erbärmlich, mager, dürftig, ...
- πεντάδα στα γερμανικά - fünfbiteinheit, fünf, fünf letzten, von fünf
- πεπαλαιωμένος στα γερμανικά - veraltet, abgenutzt, verschlissen, abgenutzten, erschöpft, abgenutzte
- πεπερασμένος στα γερμανικά - teilüberdeckung, endliche, endlich, endlichen, Finite, endlicher
Τυχαίες λέξεις
Πεντηκοστός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fünfzigste, fünfzigsten, fünfzig, fünfzigstes, fünfzigster
Μεταφράσεις: fünfzigste, fünfzigsten, fünfzig, fünfzigstes, fünfzigster