Ανήφορος στα δανικά

Μετάφραση: ανήφορος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
klatre, stigning, opstigning, stigningen, klatretur
Ανήφορος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανήφορος

ονειροκρίτης ανήφορος, ανήφορος λεξικό γλώσσας δανικά, ανήφορος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανήσυχα στα δανικά - uroligt, urolig, sig uroligt, beklemt, nervøst
  • ανήσυχος στα δανικά - bekymrede, bekymret, bekymret for, bekymret over, bange for
  • ανίκανος στα δανικά - inkompetente, inkompetent, uduelig, inhabil, uduelige
  • ανίσχυρος στα δανικά - blød, svag, magtesløs, magtesløse, magtesløst, ude af stand
Τυχαίες λέξεις
Ανήφορος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: klatre, stigning, opstigning, stigningen, klatretur