Αργιλώδης στα δανικά
Μετάφραση: αργιλώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ler, leret, clay
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αργιλώδης
αργιλώδης πηλός, αργιλώδης λεξικό γλώσσας δανικά, αργιλώδης στα δανικά
Μεταφράσεις
- αργά στα δανικά - langsomt, sent, forsinket, sen, langsommere, langsom, langsomt at
- αργαλειός στα δανικά - væven, loom, tårne, tårne sig, væve
- αργκό στα δανικά - jargon, slang
- αργοκίνητος στα δανικά - træg, træge, trægt, langsomme, langsom
Τυχαίες λέξεις
Αργιλώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ler, leret, clay
Μεταφράσεις: ler, leret, clay