Αφιερώνω στα δανικά

Μετάφραση: αφιερώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dedikere, afsætte, dedikerer, vie, hellige
Αφιερώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφιερώνω

αφιερώνω γερμανικα, σου αφιερώνω, στο αφιερώνω, αφιερώνω στα αγγλικά, αφιερώνω χρόνο english, αφιερώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αφιερώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αφιέρωμα στα δανικά - oblation, Afgrødeoffer, Offergave, Offer, daglige Afgrødeoffer
  • αφιέρωση στα δανικά - dedikation, engagement, dedikeret, indvielsen, hengivenhed
  • αφιλόξενος στα δανικά - ugæstfri, ugæstfrie, ugæstfrit, utilgængelige, barsk
  • αφομοίωση στα δανικά - assimilation, assimilering, ligestilling, sidestilling, optagelsen
Τυχαίες λέξεις
Αφιερώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dedikere, afsætte, dedikerer, vie, hellige