Λέξη: εγκατάλειψη

Σχετικές λέξεις: εγκατάλειψη

εγκατάλειψη εγκύου, εγκατάλειψη συζύγου, εγκατάλειψη σκύλου, εγκατάλειψη τόπου ατυχήματος, εγκατάλειψη μισθίου, εγκατάλειψη συζυγικής στέγης, εγκατάλειψη τροχαίου, εγκατάλειψη μισθίου από μισθωτή, εγκατάλειψη ζώων, εγκατάλειψη συζυγικής στέγης εξώδικο

Συνώνυμα: εγκατάλειψη

παράλειψη, παραμέληση, ερήμωση

Μεταφράσεις: εγκατάλειψη

εγκατάλειψη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
abandonment, dereliction, abandonment of, abandoning, leaving

εγκατάλειψη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desamparo, abandono, dejación, el abandono, abandono de, de abandono, abandonar

εγκατάλειψη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
preisgabe, aufgabe, hingabe, verzicht, verlassenheit, nichtannahme, Aufgabe, Verzicht, Verlassen, Verlassenheit, Hingabe

εγκατάλειψη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abandon, tâche, abandonnement, l'abandon, d'abandon, abandon de

εγκατάλειψη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cessione, abbandono, l'abbandono, dell'abbandono, all'abbandono, di abbandono

εγκατάλειψη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cessão, submissão, abdicação, abandono, o abandono, de abandono, do abandono, abandono de

εγκατάλειψη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afstaan, afstand, losheid, cessie, verlating, ongegeneerdheid, toegeving, eenzaamheid, verlatenheid, woestheid, concessie, achterlating, stopzetting, verlaten

εγκατάλειψη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отказ, заброшенность, оставление, абандон, отрешение, запущенность, отказ от, оставления, отказом

εγκατάλειψη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oppgivelse, avskaffelse, nedstengning, forlatt, etterlatelse

εγκατάλειψη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nedläggning, överges, givande, övergivande, överge

εγκατάλειψη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hylkäys, jättäminen, hylkääminen, luopumista, luopuminen, hylkäämisen, luopumisen

εγκατάλειψη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
opgivelse, nedlæggelse, opgives, henkastning, ophør

εγκατάλειψη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odstoupení, opuštění, nenucenost, upuštění, opouštění, přenechání, upuštění od

εγκατάλειψη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
abandon, oddanie, opuszczenie, odpadanie, porzucenie, zaniechanie, porzucanie, rezygnacja

εγκατάλειψη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átengedés, lemondás, elhagyása, magára, felhagyás, elhagyását

εγκατάλειψη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
terk, vazgeçme, terk etme, terk edilmesi, terk edilme

εγκατάλειψη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
занедбаність, полишення, абандон, дитини, дитину, відмова, відмову, відмови

εγκατάλειψη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
braktisje, braktisja, braktisjen, braktisjes, braktisja e

εγκατάλειψη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изоставяне, изоставянето, изоставянето на, отказ, изоставяне на

εγκατάλειψη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адмова, адмову, адмаўленне

εγκατάλειψη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hülgamine, loobumise, loobumine, loobumist, mahajätu

εγκατάλειψη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odricanje, prepuštanje, napuštenost, neusiljenost, napuštanje, odustajanje, napuštenosti, predanje

εγκατάλειψη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
brottflutning, brottflutning úr sveitum, frávísun

εγκατάλειψη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsisakymas, apleidimas, nutraukimas, atsisakymą, atsisakius

εγκατάλειψη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atstāšana, pamešana, atmešana, atsacīšanās, atteikšanās

εγκατάλειψη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
напуштање, напуштеност, напуштањето, отстапување, напуштање на

εγκατάλειψη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
abandon, abandonului, abandonarea, abandonul, abandonare

εγκατάλειψη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
opustitev, odstop, opuščanje, zapustitve, zapustitev

εγκατάλειψη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
opustenie, opustení, opustenia, opusteniu, opustiť

Στατιστικά δημοτικότητας: εγκατάλειψη

Τυχαίες λέξεις