Βρέχω στα δανικά

Μετάφραση: βρέχω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
regn, regnen, regnvejr, rain
Βρέχω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βρέχω

βρέχω λεξικό γλώσσας δανικά, βρέχω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βράχος στα δανικά - sten, Rock, klippe, klippen, til Rock
  • βρέφος στα δανικά - spædbarn, barn, barnet, spædbørn, baby
  • βρήκα στα δανικά - fundet, fandt, findes, konstateret, sig
  • βρίζω στα δανικά - skælde, fornærme, fornærmelse, bøvser, bøvs, bøvse, opstød
Τυχαίες λέξεις
Βρέχω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: regn, regnen, regnvejr, rain