Γκόμενα στα δανικά
Μετάφραση: γκόμενα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spædbarn, chick, kylling, brud, kyllinger, af kyllinger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκόμενα
γκόμενα παντελίδη, γκόμενα χωρις ψυχολογικά προβλήματα, γκόμενα κεδίκογλου, γκόμενα κροκόδειλος, γκόμενα messi, γκόμενα λεξικό γλώσσας δανικά, γκόμενα στα δανικά
Μεταφράσεις
- γκρινιάζω στα δανικά - knurre, brumme, growl, knurren, knurrer
- γκρινιάρης στα δανικά - growler, brumbasse
- γκόμενος στα δανικά - kæreste, kćreste, kæresten
- γλάρος στα δανικά - måge, gull, mågen
Τυχαίες λέξεις
Γκόμενα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spædbarn, chick, kylling, brud, kyllinger, af kyllinger
Μεταφράσεις: spædbarn, chick, kylling, brud, kyllinger, af kyllinger