Γκόμενα στα ρωσικά
Μετάφραση: γκόμενα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дитя, старуха, цыпленок, птенец, куриных, Чик, куриного
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκόμενα
γκόμενα παντελίδη, γκόμενα χωρις ψυχολογικά προβλήματα, γκόμενα κεδίκογλου, γκόμενα κροκόδειλος, γκόμενα messi, γκόμενα λεξικό γλώσσας ρωσικά, γκόμενα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- γκρινιάζω στα ρωσικά - жаловаться, лопотать, пожаловаться, поворчать, ворчанье, брюзга, роптать, ...
- γκρινιάρης στα ρωσικά - недовольство, ворчать, брюзга, ворчливый, жалующийся, злюка, раздражительный, ...
- γκόμενος στα ρωσικά - возлюбленный, дружок, парень, друг, бойфренд, парнем
- γλάρος στα ρωσικά - чайка, чайки, чаек, чайкой
Τυχαίες λέξεις
Γκόμενα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: дитя, старуха, цыпленок, птенец, куриных, Чик, куриного
Μεταφράσεις: дитя, старуха, цыпленок, птенец, куриных, Чик, куриного