Ενδεχόμενος στα δανικά
Μετάφραση: ενδεχόμενος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
potentiale, potentiel, potentielle, potentialet, muligheder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδεχόμενος
ενδεχόμενοσ δόλοσ ενσυνείδητη αμέλεια, ενδεχόμενος english, ενδεχόμενος δόλος, ενδεχόμενοσ συνώνυμο, ενδεχόμενος δόλος και ενσυνείδητη αμέλεια, ενδεχόμενος λεξικό γλώσσας δανικά, ενδεχόμενος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ενδελεχής στα δανικά - evig, ihærdige, ihærdig, flittige, der forfølges, ihærdigt
- ενδεχόμενο στα δανικά - mulighed, muligheden, mulighed for, muligheden for, muligt
- ενδημικός στα δανικά - endemisk, endemiske, er endemiske, er endemisk
- ενδιάμεσος στα δανικά - mellemliggende, mellemprodukt, mellemproduktet, intermediære
Τυχαίες λέξεις
Ενδεχόμενος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: potentiale, potentiel, potentielle, potentialet, muligheder
Μεταφράσεις: potentiale, potentiel, potentielle, potentialet, muligheder