Επαναφορά στα δανικά

Μετάφραση: επαναφορά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
reset, nulstille, nulstilles, nulstiller, nulstillet
Επαναφορά στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επαναφορά

επαναφορά εργοστασιακών ρυθμίσεων, επαναφορά αόριστης αγωγής, επαναφορά firefox, επαναφορά αρχείων, επαναφορά διαγραμμένων sms, επαναφορά λεξικό γλώσσας δανικά, επαναφορά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • επαναστατώ στα δανικά - rebel, oprør, gøre oprør, oprører, oprørske
  • επαναφέρω στα δανικά - genoprette, gendanne, genskabe, få, genetablere
  • επανδρώνω στα δανικά - menneske, mand, epandrono
  • επανεμφάνιση στα δανικά - genkomst, tilbagevenden, genetablering, genopblussen, tilbagefald
Τυχαίες λέξεις
Επαναφορά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: reset, nulstille, nulstilles, nulstiller, nulstillet