Συνταξιούχος στα αγγλικά

Μετάφραση: συνταξιούχος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pensioner, retired, a retired, a pensioner, retiree
Συνταξιούχος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συνταξιούχος

retired
  • συνταξιούχος
  • απόμερος

Σχετικές λέξεις: συνταξιούχος

συνταξιούχος αυτοκτόνησε, συνταξιούχος δημοσίου που εργάζεται, συνταξιούχος που εργάζεται, συνταξιούχος μέλος δσ, συνταξιούχος ατε, συνταξιούχος λεξικό γλώσσας αγγλικά, συνταξιούχος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • συνταγματικός στα αγγλικά - constitutional, A Constitutional, regimental
  • συνταιριάζω στα αγγλικά - match, fit in
  • συνταρακτικός στα αγγλικά - stirring, shocking, resounding, dramatic
  • συντελεστής στα αγγλικά - coefficient, factor, rate, rate of, coefficient of
Τυχαίες λέξεις
Συνταξιούχος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: pensioner, retired, a retired, a pensioner, retiree