Επουσιώδης στα δανικά

Μετάφραση: επουσιώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uvæsentlig, uvæsentligt, irrelevant, immateriel, uvæsentlige
Επουσιώδης στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επουσιώδης

επουσιώδης λεξικό, επουσιώδης πλάνη, επουσιώδης συνωνυμο, επουσιώδης προταση, επουσιώδης λεξικό γλώσσας δανικά, επουσιώδης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • επουλώνω στα δανικά - helbrede, hele, at helbrede, heles, heale
  • επουράνιος στα δανικά - himmelske, Heavenly, vor himmelske, himmelsk, min himmelske
  • εποφθαλμιώ στα δανικά - begære, begærer, tragte efter, begjere, tragte
  • εποχή στα δανικά - periode, alder, tidsalder, epoke, alderstrin, årstid, sæson, ...
Τυχαίες λέξεις
Επουσιώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uvæsentlig, uvæsentligt, irrelevant, immateriel, uvæsentlige