Καρύδι στα δανικά

Μετάφραση: καρύδι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
valnød, møtrik, møtrikken, nødder, nut, nød
Καρύδι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρύδι

καρύδι χαλκιδική, σμαράγδα καρύδη, καρύδι γλυκό, καρύδι βουρβουρού, καρύδι στα αγγλικά, καρύδι λεξικό γλώσσας δανικά, καρύδι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καρχαρίας στα δανικά - haj, shark, hajer, hajen
  • καρύδα στα δανικά - kokos, kokosnød, coconut, kokosolie, kokosnøddeolie
  • καρύκευμα στα δανικά - krydderi, krydderier, krydring, smagsstof
  • κασέτα στα δανικά - kassette, kassetten, cassette
Τυχαίες λέξεις
Καρύδι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: valnød, møtrik, møtrikken, nødder, nut, nød