Μεσοφόρι στα δανικά
Μετάφραση: μεσοφόρι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
underkjole, Petticoat, skørt, underskørt, Skjørt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεσοφόρι
μεσοφόρι λεξικό γλώσσας δανικά, μεσοφόρι στα δανικά
Μεταφράσεις
- μεσιτεία στα δανικά - mæglervirksomhed, kurtage, Brokerage, Mæglere, mæglerhonorar
- μεσολάβηση στα δανικά - mægling, formidling, mediation, mæglingen
- μεστός στα δανικά - hele, fuld, moden, total, kortfattet, præcis, koncis, ...
- μεστώνω στα δανικά - moden, mestono
Τυχαίες λέξεις
Μεσοφόρι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: underkjole, Petticoat, skørt, underskørt, Skjørt
Μεταφράσεις: underkjole, Petticoat, skørt, underskørt, Skjørt