Λέξη: μουστάκι

Σχετικές λέξεις: μουστάκι

μουστάκι ονειροκρίτης, μουστάκι περιποίηση, μουστάκι στο στρατό, μουστάκι ορισμοί, μουστάκι με κλωστή, μουστάκι κηφισιά, μουστάκι μόδα, μουστάκι αποτρίχωση, μουστάκι βόλος, μουστάκι ντούγκλα

Μεταφράσεις: μουστάκι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
moustache, mustache, a mustache, Moustache, mustaches
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bigote, mostacho, el bigote, bigotes, del bigote, bigote de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schnurrbart, Schnurrbart, Schnauzbart, moustache, Bart
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
moustache, moustaches, la moustache, moustachu
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
baffi, i baffi, moustache, mustache, paio di baffi
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rato, bigode, moustache, mustache, do bigode, bigodes
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
snor, knevel, mustache, moustache, snorretje
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
усы, усами, усов, ус, усики
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bart, mustache, barten, mustasje, barter
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mustasch, mustaschen, moustache, mustascher
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viiksi, viikset, mustache, viiksien, moustache, viikset keskiverto
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
overskæg, moustache, mustache, overskægget
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
knír, knírek, moustache, knírkem, knírem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wąsy, wąs, mustache, wąsów, wąsami
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bajusz, bajusza, bajusszal, bajuszát, bajuszt
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
murt, bıyık, bıyıklı, bıyığı, moustache, mustache
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
муслін, вуса, вуси
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mustaqe, mustaqet, mustaqeve, mustaqet e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мустак, мустаци, мустаците, мустачки
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вусы, усы
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vurrud, vuntsid, vunts, vuntside, vuntsid Kehakarvad
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
brk, brkovi, brkovima, s brkovima, brkove
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
yfirvaraskegg
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ūsai, su ūsais, ūsais, moustache, ūsų
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ūsas, ūsu, ūsām, mustache, ūsiņas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мустаќи, мустаќите, мустаки, мустаци, со мустаки
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mustaţă, mustață, mustața, mustata, mustății, mustati
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
brki, brke, brki povprečno, brkovi
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
fúzy, fuzy, brada, fúz, bradu

Στατιστικά δημοτικότητας: μουστάκι

Τυχαίες λέξεις